- σπληνάντερο
- το, Νφαγητό παρασκευασμένο από έντερο γεμισμένο με κομμάτια σπλήνας, συκωτιού και καρυκεύματα, ψημένο στη σούβλα.[ΕΤΥΜΟΛ. < σπλήνα + έντερο/ άντερο].
Dictionary of Greek. 2013.
Dictionary of Greek. 2013.
σπληνάντερο — το έντερο γεμισμένο με κομμάτια σπλήνας που ψήνεται σε σούβλα … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)
άντερο — το 1. το έντερο* 2. στον πληθ. τα άντερα γενικά τα εντόσθια, τα σπλάχνα 3. φρ. «στριμμένο άντερο» ο δύστροπος «μου γυρίζουν τ άντερα» αισθάνομαι αηδία. [ΕΤΥΜΟΛ. < μσν. άντερον, με προληπτική ανομοίωση του ε σε α ή παρετυμολογική σύνδεση προς… … Dictionary of Greek